Οι Καμαρετσαίοι βρέθηκαν στην περιοχή της Λάκκας Σουλίου και συγκεκριμένα στην Έλαφο την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Κατά μία εκδοχή από τα Τζουμέρκα κατά μια άλλη από τα Ζαγόρια. Προφανώς μετά από κάποιο αιματηρό επεισόδιο, για να κρυφτούν.Άλλαξαν το επίθετό τους σε Μπέης. Δεν είναι γνωστό ποιος ήρθε πρώτος.
Οι μνήμες ξεκινάνε από τον Φώτο «Μπέη» Καμαρέτσο. Ο γιος του Σωτήρης «Μπέης» Καμαρέτσος ταξίδεψε στην Ρουμανία και απέκτησε βιος. Γύρισε και άνοιξε εμπορικό κατάστημα. Στην επιστροφή του από την Παραμυθιά που είχε πάει για να αγοράσει εμπόρευμα, έπεσε σε ενέδρα κλεφτών και δολοφονήθηκε.
Είχε μόνο ένα παιδί τον Παναγιώτη. Είχε τελειώσει το Σχολαρχείο και για πολλά χρόνια, εκτελούσε χρέη γραμματέα στην Έλαφο αλλά και σε άλλα χωριά της Λάκκας. Πήρε μέρος στην Μικρασιατική Εκστρατεία και γύρισε μετά από πέντε χρόνια. Αυτός ήταν που άλλαξε το επίθετο από Μπέης, ξανά σε Καμαρέτσος.
Από τα τρία αγόρια που έκανε, ο μεγαλύτερος, ο Σωτήρης, πέρασε στην Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία. Στο πρώτο έτος τον βρήκε η έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Εντάχτηκε στην ΕΠΟΝ και μετά στον ΕΛΑΣ μέσα από τις γραμμές του 24ου Συντάγματος. Τον Οκτώβριο του '43 φοίτησε στην Β' σειρά Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ η οποία είχε μεταφερθεί από το Περτούλι στο Σμόκοβο και μετά για λίγο διάστημα στην Φραγκίστα Ευρυτανίας.
Μετά την Συμφωνία της Βάρκιζας, για να γλυτώσει από την μανία των Ταγματασφαλιτών, διέφυγε μετά από εντολή στον Ρουμπίκ και από εκεί στο Μπούλκες.
Το 1947 μετά την έναρξη του εμφυλίου κατέβηκε στην Ελλάδα με την δεύτερη ομάδα και εντάχτηκε στο Απόσπασμα Σουλίου (κατά την διάρκεια των μαχών στην Μουργάνα ονομάστηκε τιμητικά 159 Ταξιαρχία). Διοικητής της ο δάσκαλος Χρόνης Βάης, ψευδώνυμο Αχιλλέας Πετρίτης.
Τον Οκτώβριο του '49 η Ταξιαρχία περνάει από την Κακαβιά στην Αλβανία. Μαζί με την 10 Μεραρχία με διοικητή τον Χαρίλαο Φλωράκη ψευδώνυμο καπετάν Γιώτης. Οι δύο αυτοί σχηματισμοί κατέβηκαν από το Γράμμο στο εσωτερικό της χώρας μερικές μέρες πριν την διαφυγή του κύριου όγκου στην Αλβανία. Η αποστολή της ήταν να βοηθήσει στην απαγκίστρωση και διαφυγή μαχητών και αμάχων.
Από την Αλβανία φτάνει με τον κύριο όγκο των μαχητών του ΔΣΕ, στην Τασκένδη. Παντρεύεται και μένει στην 2η Πολιτεία. Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1965.
Ο δεύτερος γιος ο Θεόδωρος (Λάκης), υπηρετεί την στρατιωτική του θητεία κατά την διάρκεια του Εμφυλίου. Εξαιτίας του αδερφού του, σαν μάγειρας (βοηθητικός χωρίς όπλο) στην έδρα της 76ης Ταξιαρχίας στα Δολιανά Πωγωνίου.
Μεταναστεύει στο Βέλγιο και μετά στην Γερμανία.
Ο τρίτος γιος ο Δημήτρης, μαζί με τον πατέρα του στην λογική της "οικογενειακής ευθύνης" εξορίζονται στην Μακρόνησο. Ο πατέρας μένει μέχρι την λήξη της εκεί ενώ ο Δημήτρης μεταφέρθηκε στην Κεφαλονιά.