Προσέξτε να δείτε πως περιγράφουν το χωριό μας οι κάθε λογής υποψήφιοι λογοτέχνες, που νομίζουν ότι, επειδή «πήραν τα πλάγια» είναι ειδήμονες επί παντός επιστητού.
Άμα δηλαδή ανακατεύουν τις λέξεις που διάβασαν κατά καιρούς στα διάφορα διαφημιστικά φυλλάδια που συντάσσουν ανάλογοι Σύλλογοι για να προσελκύσουν μέλη και διαφημιστικά γραφεία τουριστικών περιοχών που στόχο έχουν την προσέλευση κόσμου, θεωρούν ότι κάνουν λογοτεχνία και ίσως να πιστεύουν ότι δικαιούνται και το ανάλογο Νόμπελ, απλά δεν έτυχε να τους διαβάσουν. Καλά θα έκανε και ο κ. Γιώργος Κιούσης να είναι πιο προσεκτικός, όταν πιστεύει ότι ο κάθε περαστικός καταγράφει μοναδικά τις ντόπιες συνήθειες, γιατί όπως θα δείτε παρακάτω θα γελάσει ο κάθε πικραμένος.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΟΥΣΗΣ
Μερικές φορές αυτοί οι φυσιολάτρες ορειβάτες, αναρριχητές, διαλέξτε ό,τι σας αρέσει, όχι μόνο «δημοσιογραφούν» αλλά καταγράφουν μοναδικά και τις ντόπιες συνήθειες των τόπων που επισκέπτονται. Οπως ο Κώστας Τσιβελέκας, του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου, ο οποίος μαζί με την ομάδα του, μ' αγιάζι κατεβαίνοντας από τα διάσελα της Ντεμέρτσικα, μαζεύτηκε νωρίς σε καφενείο των Δολιανών.
Να τι μας γράφει: «Πεντ'-έξι γεροντάκια οι "εναπομείναντες", δυο μαντιλοφορούσες πίσω απ' τον πάγκο και γύρω ακροβολισμένοι Αλβανοί βοσκοί και πελεκάνοι πέτρας. Κάναμε αρχή με τσιπουράκι ξεροσφύφι, έτσι για να ξυπνήσουν τα αίματα. Γνώριμη μήτρα θαλπωρής, χνώτα πολλά, τσίκνα, γεύσεις στυφές, καπνοί. Στο μεταξύ και κατά μόνας προσέρχονται οι χωριανοί. Τόνα τσίπουρο έφερε τ' άλλο, το ένα θαύμα διαδέχτηκε το επόμενο και κάπου εκεί δειλά και σιγανά άρχισαν τα θρηνώδη άσματα, το ηπειρώτικο μοιρολόι. Το πράγμα ήλθε κι έδεσε και όσο πάει και φουντώνει. Πάνω στην ώρα έφτασαν τα όργανα, ένα κλαρίνο κι ένα νταούλι όλο κι όλο. Οι αυτοσχεδιασμοί, το μελαγχολικό σπάραγμα, οι σόλο εξομολογήσεις διαχέονται κυκλοτερώς. Θραύσματα και νότες υπαινικτικές, ρινίσματα πόνου και ζωής, καημοί και βάσανα και νοσταλγία. Ολοι και όλα στροβελίζονται αβίαστα και υποτάσσονται εθελούσια στις μελωδίες και τους ήχους των Πωγωνισίων. Σαν να μην έφτανε αυτό, έσκασε μύτη και ο παπάς, που η παράδοση τον θέλει να σέρνει πρώτος το χορό. Το κλαρίνο πυρακτώθηκε επικίνδυνα. Ο ήχος του, ένας παρατεταμένος θρήνος διάρκειας, ένα κλάμα βουβό, ένα παράπονο και λάλημα καρδιάς ατόφιο. Αίφνης μέσα στον πυρετό, έτσι απλά και ταπεινά, με μια κίνηση μεγαλόπρεπα κυκλωτική, μ' ένα αργόσυρτο σπάσιμο του κορμιού πέφτει ο παπάς στα γόνατα και υψώνοντας τα χέρια σαν δέηση και προσευχή ανέκραξε "λάλατο Γιάννο, λάλατο". Για τη στιγμή αυτό μονάχα αρκεί». |
Τα διάσελα της Νεμέρτσικας (και όχι Ντεμέρτσικα ) απέχουν με τα πόδια πάνω από δυο ώρες από τα Δολιανά (με τζιπ βέβαια πολύ λιγότερο). Από κει μέχρι τα Δολιανά οποιοσδήποτε ορειβάτης, όποια διαδρομή και να ακολουθήσει, περνάει και από άλλα χωριά για να ξεκουραστεί. Ίσως η μεγάλη οξυγόνωση, λόγω ύψους, δημιουργεί παραισθήσεις. Γιατί πως αλλιώς να εξηγήσει κανείς την όλη περιγραφή των Δολιανών. Είναι ένα χωριό με τρία καφενεία, με 250 ως 300 μόνιμους κατοίκους. Έχει Μαθητική Εστία με αρκετά παιδιά τα οποία συχνάζουν στα καφενεία. Οι ιδιοκτήτες των καφενείων που τα δουλεύουν είναι γύρω στα σαράντα. Δεν σερβίρεται κανένα ποτό χωρίς μεζέ και μάλιστα πλούσιο. Δεν υπάρχουν ούτε Έλληνες ούτε Αλβανοί βοσκοί απλά γιατί δεν υπάρχουν κοπάδια. Οι Αλβανοί που κατοικούν στο χωριό χρόνια τώρα με τις οικογένειες τους, δεν είναι πετράδες απλά γιατί δεν έχουν αντικείμενο μιας και τα Δολιανά είναι ένα χωριό με πετρόχτιστα σπίτια τα οποία προφανώς ο εν λόγω φυσιολάτρης δεν είδε γιατί τον είχε συνεπάρει η Πωγωνίσια μουσική και η γνώριμη θαλπωρή της τσίκνας ή φταίει η υπεροξυγόνωση από τα διάσελα της Νεμέρτσικας.Δεν αξίζει να ασχοληθεί κανείς περισσότερο με το άρθρο αυτό. Ποια είναι η αλήθεια:Η φωτογραφία που δημοσιεύεται σαν υποστήριξη της παραπάνω άποψης είναι από τα «Ρακοκάζανα» του 2005, εκδήλωση που διοργανώνει πάνω από 10 χρόνια ο πολιτιστικός σύλλογος Δολιανών « ο Γεννάδιος». Έγινε στην αίθουσα του κοινοτικού καταστήματος του χωριού που είναι πάνω από 150 τ.μ. και εκείνο το βράδυ είχε πολύ μεγάλη συμμετοχή (πάνω από 500 άτομα).Στον εν λόγω ορειβατικό σύλλογο παραχωρήθηκε η μεγάλη αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου όπου και κατασκήνωσε.Η περιγραφή που διαβάσατε δεν συνέβηκε ποτέ στα Δολιανά. Μάλλον ο εν λόγω φυσιολάτρης δεν έμεινε ευχαριστημένος από την φιλοξενία αλλά δεν ξέρω και τι άλλο μπορούσαμε να του προσφέρουμε. Ίσως αυτά που περίμενε να βρει και περιγράφει στο άρθρο του!!!